προδιαμαρτύρομαι

προδιαμαρτύρομαι
Α
επικαλούμαι προηγουμένως τη μαρτυρία ενός προσώπου («πάντας ὡς ἂν εἰ προδιαμαρτυρομένη, χάριν τοῡ συντρῑψαι τοὺς Ἀχαιούς», Πολ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ-* + διαμαρτύρομαι «επικαλούμαι ως μάρτυρες θεούς και ανθρώπους»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • προδιαμαρτύρομαι — προδιαμαρτύ̱ρομαι , πρό διαμαρτύρομαι call gods and men to witness aor subj mp 1st sg (epic) προδιαμαρτύ̱ρομαι , πρό διαμαρτύρομαι call gods and men to witness pres ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ՆԱԽԱՎԿԱՅԵՄ — ( ) NBH 2 0397 Chronological Sequence: 5c ա. ՆԱԽԱՎԿԱՅԵԼ. πρωτομαρτύρομαι, προδιαμαρτύρομαι ante testor, praenuncio. Կանխաւ վկայել, կամ վկայութիւն դնել յառաջագոյն. *Յառաջ քարոզել զիւրաքանչիւր, եւ նախավկայել աւետաւորութիւն զառ ʼի յաստուած կենացն.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”